Συμμετοχή στο συνέδριο στο Ντακάρ της Σενεγάλης με αντικείμενο «Οι σχέσεις Αφρικής-Ευρώπης σήμερα: Νεοφιλελευθερισμός ειρήνη και ανάπτυξη».

25 ΝΟΕ

Κυρίες και Κύριοι,

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

φίλες και φίλοι,

Είναι μεγάλη μου τιμή που βρίσκομαι κοντά σας και σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση. Είναι διπλή η χαρά μου σήμερα. Από τη μία χαίρομαι γιατί συμμετέχω στη σημερινή συζήτηση, από την άλλη χαίρομαι που επιστρέφω στην Αφρική έπειτα από 19 ολόκληρα χρόνια. Είχα την τύχη να ζήσω πέντε από τα παιδικά μου χρόνια στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Ζαϊρ τότε) από το 1992 έως το 1997 καθώς ο πατέρας μου εργαζόταν σε σχολείο της ελληνικής κοινότητας ως εκπαιδευτικός Η περίοδος εκείνη ήταν ιδιαίτερα ταραγμένη για τη χώρα καθώς υπήρξε ανατροπή του καθεστώτος Μοbutu από τον Laurent Kabila. Αυτά τα βιώματα ήταν ένα μάθημα ζωής για μένα, ένα μάθημα που είναι πολύ δύσκολο να το πάρεις σε μια Ευρωπαϊκή χώρα.

Από τότε έχει περάσει αρκετός χρόνος, δυστυχώς δεν έχω καταφέρει να παρακολουθήσω, όσο στενά θα ήθελα, τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην Αφρική. Μια ήπειρος που αφού εκμεταλλεύτηκε βάναυσα από την αποικιοκρατία, βρέθηκε να ταλανίζεται από διεθνείς παρεμβατισμούς και ανταγωνισμούς

Γνωρίζω όμως ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση έχει χτυπήσει πολλές αφρικανικές οικονομίες, επιδεινώνοντας τις οικονομικές προοπτικές και διαταράσσοντας την κοινωνική ειρήνη.

Είναι γνωστό επίσης ότι η Σενεγάλη, παρά τις δυσκολίες, έχει καταφέρει να προχωρήσει μπροστά τόσο σε Δημοκρατικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Το παράδειγμα της Σενεγάλης είναι πολύ σημαντικό αν αναλογιστούμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν άλλες χώρες τις περιοχής.

Η σταθερότητα στις Αφρικανικές χώρες είναι εξαιρετικά σημαντική τόσο για την ίδια την Αφρικανική Ήπειρο όσο και για την Ευρώπη και τον κόσμο.  Βλέπουμε τα αποτελέσματα της αποσταθεροποίησης των χωρών του Βόρειο-Αφρικανικού τόξου τα τελευταία χρόνια και τα καταστρεπτικά αποτελέσματα που επέφεραν τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και στην αύξηση των μεταναστευτικών ρευμάτων.

Έρχομαι σε αυτή τη συζήτηση να καταθέσω τους προβληματισμούς μας για τις προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως Αριστερά, σε ένα ασταθές Διεθνές περιβάλλον, όπως το βλέπουμε να διαμορφώνεται.

Όμως έρχομαι και για κάτι ακόμα. Για να αναφέρω τις δικές μας εμπειρίες, από την κυβερνητική πορεία της Αριστεράς, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από το κόμμα μου τον ΣΥΡΙΖΑ, τα τελευταία σχεδόν δυο χρόνια στην Ελλάδα.

Συντρόφισσες και σύντροφοι

Η σημερινή συζήτηση, συμπίπτει χρονικά με σημαντικές διεθνείς πολιτικές εξελίξεις στις οποίες πρέπει να αναφερθούμε.

Δύο από τις κορυφαίες αυτές εξελίξεις, είναι:

πρώτον η επιλογή των Βρετανών για αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση

Δεύτερον ή πρόσφατη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως νέου Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών.

Αυτά τα  δύο γεγονότα δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν. Είναι αποτέλεσμα μιας σειράς γεγονότων σε παγκόσμιο επίπεδο τόσο στον οικονομικό τομέα όσο και στο ασταθές γεωστρατηγικό περιβάλλον όπως αυτό έχει διαμορφωθεί.

Η  εναντίωση στο μοντέλο της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας όπως αυτό υλοποιείται μέσα από τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό που ως αποτέλεσμα έχει την υπερσυγκέντρωση πλούτου σε λίγους και το μοίρασμα φτώχειας σε πολλούς,

δεν είναι κάτι νέο αλλά έχει σύγχρονες ιστορικές αναφορές

Ενδεικτικά αναφέρω δυο ημερομηνίες.

Σιάτλ των ΗΠΑ 1999 και Γένοβα της Ιταλίας 2001. Πρόκειται για τις πρώτες μαζικές αμφισβητήσεις του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος και της αχαλίνωτης παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Είναι δύο ημερομηνίες σταθμοί. Το σύνθημα «οι άνθρωποι να είναι πάνω από τα κέρδη» ακούστηκε καθαρά ενώ ταυτόχρονα έγινε ολοφάνερη η ανάγκη να καταδειχθεί στη πράξη ότι ένας άλλος κόσμος δεν είναι μόνο αναγκαίος αλλά και εφικτός.

Αυτό το σύνθημα λοιπόν υπήρχε, δεν είναι νέο.

Αυτό που ήταν νέο σε αυτή τη συζήτηση ήταν αυτό που συνέβη το 2008.

Η Lehman Brothers, η τέταρτη μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα στις Ηνωμένες Πολιτείες καταρρέει, προκαλώντας μια οικονομική κρίση κολοσσιαίων διαστάσεων. Η κρίση με φαινόμενο ντόμινο (λόγω της παγκοσμιοποιημένης φύσης της οικονομίας) περνά στην Ευρώπη, με τη μορφή της κρίσης χρέους κυρίως σε χώρες της ζώνης του κοινού νομίσματος του Ευρώ. Πολλοί μίλησαν για μια δομική κρίση του καπιταλισμού ως μοντέλου ανάπτυξης παγκοσμίως, καθώς η συγκέντρωση πλούτου και κεφαλαίου δεν βασίστηκε σε αυξημένη παραγωγή αλλά βασίστηκε  σε μια πλασματική αύξηση μέσω χρηματοπιστωτικών αγορών.

Ο σκληρός νεοφιλελευθερισμός, με πρόσχημα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των οικονομιών του εκάστοτε κράτους και με όπλο τις τράπεζες που διακρατούν το χρέος, επιτέθηκαν βίαια στο κοινωνικό κράτος πρόνοιας, στα εργασιακά δικαιώματα, στις μειώσεις των μισθών και των συντάξεων και στις θέσεις εργασίας.

Υπήρξε δηλαδή μια επιλογή της κυρίαρχης πολιτικής ελίτ της Ευρώπης, την κρίση που δημιούργησαν οι αγορές να την πληρώσουν οι εργαζόμενοι και η χαμηλή και μεσαία τάξη σε κάθε χώρα, αλλά και σε επίπεδο χωρών να την πληρώσουν οι πιο αδύναμες χώρες.

Αυτό το δόγμα ονομάστηκε λιτότητα και ως θεωρητικό σκοπό είχε να επιστρέψει η ευρωπαϊκή οικονομία στην ανάπτυξη ανταγωνιζόμενη αναδυόμενες οικονομίες φθηνού και διαθέσιμου εργατικού δυναμικού (Κίνα, Ινδία). Για να επιβληθεί αυτή η λιτότητα χρειάστηκε να παρακαμφθεί ένα σημαντικό εμπόδιο: η Δημοκρατία.

Υπερεθνικοί οργανισμοί και τεχνοκράτες επιβλήθηκαν έναντι εκλεγμένων κυβερνήσεων, κλειστές συνεδριάσεις αντικατέστησαν δημοκρατικούς θεσμούς, τα συστημικά ΜΜΕ προπαγάνδιζαν το νέο δόγμα και δυσφημούσαν τους πολίτες που αντιστεκόταν, τα νούμερα της οικονομίας ευημερούσαν και οι πολίτες δυστυχούσαν.

Το παραπάνω μείγμα γέννησε μεγάλα κινήματα διαμαρτυρίας και διεκδίκησης ενάντια στη λιτότητα και την παγκοσμιοποίηση τόσο στην Ευρώπη όσο και την Αμερική. Τέτοια κινήματα ήταν οι “αγανακτισμένοι”  στον Ευρωπαϊκό Νότο και το “Occupy Wall Street” στην Αμερική που εκφράστηκαν σε μεγάλο μέρος πολιτικά στον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, στους Podemos στην Ισπανία και στην υποψηφιότητα Bernie Sanders για το χρήσμα των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ. Γέννησε όμως και ακραία νεοναζιστικά, ακροδεξιά κόμματα μίσους, ρατσισμού που είχαν και εγκληματική δράση σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική.

Παράλληλα με την οικονομική κρίση που εκτυλίσσεται, η Ευρώπη έχει να αντιμετωπίσει και την προσφυγική κρίση, λόγω του πολέμου στη Συρία αλλά και της αστάθειας σε χώρες της βόρειας Αφρικής. Οι ροές αυτές έρχονται να προστεθούν στις χρόνιες μεταναστευτικές ροές τόσο από την Ασία όσο και από την Αφρική.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω, ότι συνέπειες της  επέμβασης στη Λιβύη είναι βαρύτατες, τόσο για την ίδια τη χώρα και τους πολίτες της, όσο και για τις εκρηκτικές διαστάσεις που μπορεί να πάρουν οι μεταναστευτικές ροές στη μεσόγειο, αν δεν υπάρξει πολιτική και οικονομική σταθερότητα.

Αυτοί οι δύο παράγοντες, η οικονομική κρίση, με το ακραίο άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, και το μεταναστευτικό – προσφυγικό ζήτημα, αποτελούν το μείγμα πάνω στο οποίο χτίζεται η ρητορική που εκφράστηκε τόσο με BREXIT όσο και με την εκλογή του Ντ. Τραμπ. Χωρίς φυσικά να είναι μόνο αυτό.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται η ευθύνη που έχουμε ως Αριστερά σύντροφοι και συντρόφισσες. Στο να μην αφήσουμε δηλαδή αυτές τις απογοητευμένες μάζες να πέσουν στη ρητορική της ακροδεξιάς, στη ρητορική του εθνικισμού, στη ρητορική του ρατσισμού και του φονταμενταλισμού

Είναι χρέος μας να ανασυνταχθούμε, να ξαναγίνουμε η δύναμη μετασχηματισμού της κοινωνίας, ενώνοντας αλλά και υπερβαίνοντας ταυτόχρονα τις επιμέρους καταβολές, διαδρομές και εμπειρίες της.

Ο ύπουλος ακροδεξιός λόγος, πασχίζει να φανεί ως ο αντίλογος του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Φοράει τον μανδύα του δήθεν αντισυστημικού ώστε να εκφράσει τις απογοητευμένες με το σύστημα, μάζες. Όμως εμείς γνωρίζουμε καλά ότι είναι σάρκα από τη σάρκα αυτού του συστήματος στο οποίο δήθεν εναντιώνεται Ξέρουμε ότι η ταξική πάλη θέλει όλες μας τις δυνάμεις διαθέσιμες.

Οι καιροί είναι πονηροί, χρειάζεται εγρήγορση και συμμαχίες με προοδευτικές δυνάμεις που βρίσκονται στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς, όπως οι συνεργάσιμες δυνάμεις της Σοσιαλοδημοκρατίας και της οικολογίας, ώστε να αναποκριθούμε στον ιστορικό μας ρόλο.

Στην Ελλάδα, τις δύο κρίσεις που ανέφερα προηγουμένως, την οικονομική και την μεταναστευτική – προσφυγική, τις είδαμε στην πιο σκληρή τους μορφή σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ συγκροτήθηκε εξαρχής με έντονο ευρωπαϊκό και διεθνή προσανατολισμό με σκοπό να επιστρέψει η Ευρώπη στις ιδρυτικές της αξίες. Και αυτό γιατί η αντιπαράθεση με την πολιτική της λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων δογμάτων μπορεί να ξεκινήσει ακόμη και από μία μεμονωμένη χώρα, δεν μπορεί όμως να ολοκληρωθεί με επιτυχία αν μείνει σε απομόνωση, αν δεν πάρει τη δυναμική ενός ευρύτερου κύματος, αν δεν αποδειχθεί ως η απαρχή ενός νέου προοδευτικού ιστορικού κύκλου για όλη την Ευρώπη .

Η Ελλάδα ήταν η πρώτη Ευρωπαϊκή χώρα που επέλεξε μια αριστερή κυβέρνηση να ηγηθεί της προσπάθειας, ώστε η χώρα να βγει από την κρίση με την κοινωνία όρθια. Ο ΣΥΡΙΖΑ που στις εθνικές εκλογές του 2009, πριν δηλαδή ξεσπάσει η κρίση χρέους στη χώρα συγκέντρωσε το 4,60%, στις επόμενες εκλογές το 2012 συγκέντρωσε το 26,89%, ενώ σε αυτές του του Γενάρη του 2015 ανέλαβε την εξουσία με ποσοστό 36,34%.

Ολόκληρο το διάστημα από το 2009 έως και το 2015, στην Ελλάδα υπήρχε έντονη πολιτική αστάθεια. Καμία κυβέρνηση δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τη θητεία της. Ενώ νέοι πολιτικοί σχηματισμοί  μπήκαν στο ελληνικό Κοινοβούλιο. Ανάμεσα τους και το ακροδεξιό – νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής. Αυτή η ανατροπή του συντελέστηκε στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό, αντανακλά,

πρώτον το μέγεθος της καταστροφής στην ελληνική οικονομία και κατ’ επέκταση στην κοινωνία

δεύτερον το έλλειμμα των παραδοσιακών μεγάλων κομμάτων, που επί 40 χρόνια κυριαρχούσαν στην πολιτική ζωή της χώρας, στο να διαχειριστούν την κρίση για την οποία φέρουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης.

Η κληρονομιά που παραλάβαμε ως κυβέρνηση, τον Γενάρη του 2015 που αναλάβαμε τη διακυβέρνηση της χώρας ήταν:

2 δανειακές συμβάσεις, με τη συμμετοχή των κρατών μελών της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ, που συνοδεύονταν από δεσμευτικούς δημοσιονομικούς στόχους και πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που αφορούσε κάθε πτυχή της εθνικής οικονομικής πολιτικής, στον τομέα των εργασιακών, στο κοινωνικό κράτος και γενικά εγκαθιστούσε μια επιτροπεία η οποία περιόριζε ασφυκτικά την ελεύθερη άσκηση πολιτικής από την ελληνική κυβέρνηση.

Εδώ στην Αφρική έχουμε παραδείγματα του πως λειτουργούν οι δανειστές και η Επιτροπεία που επιβάλουν σε υπερχρεωμένες χώρες. Όλες οι περιπτώσεις δεν είναι ίδιες φυσικά, όμως υπάρχουν αναλογίες που μας βοηθούν να αντιληφθούμε την κατάσταση.

Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την εξουσία, έπρεπε επίσης να διαχειριστεί, τις τεράστιες προσφυγικές ροές από την ευρύτερη περιοχή της Συρίας, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο. Γιατί μιλάμε για ανθρώπινες ψυχές, που έχουν ανάγκη να τους φερθούμε με σεβασμό και φροντίδα. Για το μέγεθος του προβλήματος σε συνάρτηση με τις δυνατότητες της χώρας, νομίζω ότι μέχρι σήμερα τα έχουμε καταφέρει καλά.

Όμως για επιστρέψω στο οικονομικό πεδίο, θα ήθελα να σας πω κάποιους ενδεικτικούς αριθμούς για να καταλάβετε την κατάσταση που είχαμε να αντιμετωπίσαμε όταν αναλάβαμε την εξουσία.

Έως το 2015, μέσα σε 5 χρόνια δηλαδή από την έναρξη της κρίσης, χάσαμε το 26% του ΑΕΠ της χώρας, το ποσοστό της ανεργίας έφτασε στο 28%. Ενώ παράλληλα το Δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 180%. Οι αριθμοί είναι εφάμιλλοι χώρας που βγήκε από πόλεμο, ενώ στην ουσία μιλάμε για χώρα μια της Ευρωζώνης. Δείχνουν επίσης το μέγεθος της καταστροφής που έφερε το πρόγραμμα της λιτότητας που υπήρξε πιο βαρύ από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης.

Όταν αναλάβαμε, περάσαμε μια περίοδο σκληρής διαπραγμάτευσης με τους δανειστές ώστε να ανατρέψουμε της υφιστάμενη κατάσταση προς όφελος της κοινωνίας. Η διαπραγμάτευση έφτασε στα άκρα το πρώτο εφτάμηνο της διακυβέρνησης μας, με αποκορύφωμα την κήρυξη δημοψηφίσματος το περασμένο καλοκαίρι και το κλείσιμο των τραπεζών ως αντίποινα από την ΕΚΤ.

Για να γίνω πιο κατανοητός, σας αναφέρω ότι όταν οι δανειστές μας έδωσαν ως τελεσίγραφο την πρόταση τους για το πρόγραμμα των σκληρών μεταριθμύσεων που έπρεπε να ακολουθήσει, σύμφωνα με αυτούς, η χώρα, εμείς το θέσαμε ενώπιον του λαού για να αποφασίσει. Οι πολίτες, παρά την τρομακτική πίεση που ασκούνταν από τα συστημικά εγχώρια ΜΜΕ, παρά το κλείσιμο των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ, παρά τις απειλές από κυβερνήσεις του ευρωπαϊκού βαρά για έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, σε ποσοστό 62% απέρριψαν την πρόταση των δανειστών.

Ο συσχετισμός δυνάμεων ήταν όμως εις βάρος μας. Έπειτα από το δημοψήφισμα φτάσαμε σε συμβιβασμό με τους δανειστές μας. Ήταν μια δύσκολη απόφαση για εμάς, χάσαμε πράγματα από τον πυρήνα του προγράμματος μας, όμως κερδίσαμε και άλλα που έως τότε φαίνονταν αδύνατα, όπως η παραδοχή ότι το χρέος της χώρας χρειάζεται ρύθμιση.

Όμως πέρα από αυτά που πετύχαμε  στη διαπραγμάτευση κερδίσαμε και κάτι πολύ σημαντικό που είναι παρακαταθήκη για τον συλλογικό μας αγώνα. Διεθνοποιήσαμε το πρόβλημα της Ελλάδας και θέσαμε σε αμφισβήτηση την πολιτική λιτότητας παγκοσμίως. Με το δημοψήφισμα που κάναμε το περασμένο καλοκαίρι, δείξαμε σε όλη την Ευρώπη και στον κόσμο, αυτό που πραγματικά συνέβαινε, αυτό που πάσχιζαν να κρύψουν οι Δανειστές. Ότι ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός, όπως εκφράζεται από κύκλους στην Ευρώπη, δεν ανέχεται τη δημοκρατική βούληση ενός ολόκληρου λαού. Επίσης βγήκαν στην επιφάνεια και όλες οι εσωτερικές παθογένειες τις χώρας καθώς όλη η χρεοκοπημένη πολιτική και επιχειρηματική ελίτ τάχθηκε ανοιχτά με τα συμφέροντα των δανειστών και όχι της κοινωνικής πλειοψηφίας. Και όμως ηττήθηκαν!

Αυτό είχε τεράστια σημασία, καθώς στη συνείδηση των λαών ωρίμασε η ιδέα ότι, για να αλλάξει η Ευρώπη, δεν αρκεί η ηρωική αυτοθυσία του ενός, αλλά ο συντονισμός των πολλών.

Πολλοί πίστευαν ότι η επίδειξη σκληρής στάσης προς την ελληνική κυβέρνηση και ο εξαναγκασμός της σε υποχώρηση από τους αρχικούς στόχους και εξαγγελίες, θα σκορπούσε απογοήτευση και θα ακύρωνε τις αριστερόστροφες τάσεις σε άλλες χώρες. Υπήρχαν δυνάμεις και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό που θα ήθελαν μια τέτοια εξέλιξη.

Όμως έκαναν λάθος. Στην Πορτογαλία υπάρχει ήδη μια νέα κυβέρνηση με τη στήριξη αριστερών δυνάμεων. Στην Ισπανία οι Podemos, «από το τίποτα», κατέκτησαν κεντρική θέση στην πολιτική, η δεξιά κυβέρνηση, που τόσο λοιδορούσε τον δικό μας αγώνα ενάντια στο μονόδρομο της ευρω-λιτότητας αποδυναμώθηκε και ο ισπανικός δικομματισμός εισήλθε σε κρίση. Στην Ιταλία,  οι θετικές διαφοροποιήσεις της κυβέρνησης Ρέντσι γίνονται ολοένα και πιο αισθητές.

Αυτή είναι η μία τάση που διαμορφώνεται στην Ευρώπη σήμερα. Η άλλη είναι η συντηρητική τάση της Ευρώπης και η ακροδεξιά έκβαση της κρίσης. Ο κίνδυνος αυτής της εξέλιξης και η εξάπλωση και καθιέρωση αυτής της τάσης εκτός Ευρώπης είναι μεγάλος, δεν αποτελεί όμως ούτε νομοτέλεια ούτε μονόδρομο.

Η οικονομική κρίση μετεξελίσεται σε πολιτική κρίση. Αυτό το περιβάλλον οξύνει τις γεωπολιτικές αστάθειες και ενισχύει τις ταξικές αντιθέσεις. Η κρίση βρίσκεται ήδη σε πολλές οικονομίες της Αφρικανικής Ηπείρου. Η οικονομική πρόοδος και η προσπάθεια για κοινωνική σταθεροποίηση που επιτεύχθηκε τα τελευταία 15-20 χρόνια στην Αφρική, δυστυχώς, αναστέλλεται Γι αυτό πρέπει ως Αριστερά πρέπει να στηρίξουμε κάθε προσπάθεια για την ειρήνη και πρόοδο στην περιοχή, σε προοδευτική βάση.

Βρισκόμαστε σε μια ιστορική καμπή, όπου το επίδικο είναι η αλλαγή του κυρίαρχου υποδείγματος Δικό μας καθήκον είναι να κάνουμε το περιεχόμενο αυτής της αναπόφευκτης αλλαγής, αριστερό,προοδευτικό και με περισσότερη Δημοκρατία διότι αν γίνει με τους όρους της ακροδεξιάς, τότε οι σημερινές αντιθέσεις θα μας γυρίσουν πολλά χρόνια πίσω στις πιο σκοτεινές ιστορίες της ανθρωπότητας

Σας ευχαριστώ.