Είναι λογικό η επικαιρότητα να περιστρέφεται γύρω από το κλείσιμο της αξιολόγησης, και ο Δημόσιος διάλογος να επικεντρώνεται στο σήμερα και το αύριο της ελληνικής οικονομίας. Η κυβέρνηση έχει ρίξει το βάρος στην προσπάθεια εξόδου της χώρας από την πολυετή κρίση, ενώ παράλληλα εργάζεται άκοπα ώστε να ανακουφίσει τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Όμως πέρα από την μείζονα αυτή προσπάθεια, παράλληλα, σχεδιάζονται και υλοποιούνται οι δράσεις για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου προς την εξωστρέφεια. Στοχεύουμε να περάσουμε από τον «τουρισμό και την οικοδομή» που ήταν οι ατμομηχανές του παρελθόντος, στα αγροτικά προϊόντα υψηλής ποιότητας, στο διαμετακομιστικό εμπόριο και στην καινοτομία υψηλής ειδίκευσης. Στην αιχμή του δόρατος τοποθετούνται εκ των πραγμάτων οι τομείς της έρευνας, της καινοτομίας και των νέων τεχνολογιών.
Η χρόνια ανυπαρξία στρατηγικού σχεδιασμού, και ο αποσπασματικός χαρακτήρας των όποιων προσπαθειών του παρελθόντος, μας έχει οδηγήσει στη δυσμενή θέση που βρισκόμαστε σήμερα. Δυστυχώς η χώρα μας, παρά το μεγάλο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που διαθέτει με την δεξαμενή νέων και πολύ καλά καταρτισμένων επιστημόνων, βρίσκεται πολύ πίσω σε επιδόσεις σε αυτούς τους τομείς, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η καθήλωση στην 26η θέση στην ΕΕ στο Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας 2017 (Digital Economy and Society Index-DESI2017).
Η κυβέρνηση αναγνωρίζοντας τον εξαιρετικά σημαντικό ρόλο των παραπάνω κλάδων για την ανάπτυξη και το πέρασμα στην νέα εποχή, προχώρησε στη σύσταση του νέου Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, ενώ ενίσχυσε με αυτόνομο Υπουργείο το ρόλο της Έρευνας και της Καινοτομίας στο Υπουργείο Παιδείας.
Από τις δύο αυτές δομές, ήδη έχουμε τους πρώτους νομοθετικούς ¨καρπούς¨. Τόσο ο ν.4386/2016 για την Έρευνα, όσο και ο ν.4429/2016 για την ίδρυση του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας, αποτελούν τομές, και στοχεύουν στην ανάπτυξη και την προαγωγή της επιστήμης, μέσω γενναίας και διαφανούς χρηματοδότησης με διάφορα εργαλεία, καθώς και στην ανάσχεση της φυγής νέων επιστημόνων στο εξωτερικό και την επιστροφή τους στη χώρα μας.
Το πώς αντιμετωπίζει η αντιπολίτευση τους τομείς υψηλής εξειδίκευσης, φαίνεται από τη συζήτηση και τα σχόλια της, για την ίδρυση του Εθνικού Κέντρου Διαστημικών Εφαρμογών (ΕΚΔΕ) από το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής. Στην Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων είναι φυσιολογικό να μιλάμε για διαστημικές εφαρμογές;
Όχι μόνο είναι φυσιολογικό, είναι επιβεβλημένο. Δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να παραιτείται οικειοθελώς από τα δικαιώματα της στο διαστημικό φάσμα ενώ διαθέτει μια ισχυρή ερευνητική-ακαδημαϊκή κοινότητα αλλά και εταιρείες διαστημικής βιομηχανίας με μεγάλες προοπτικές. Ούτε είναι δυνατόν να είμαστε από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες δεν διαθέτουν οργανισμό που να συντονίζει και να αξιοποιεί εμπορικά, επιστημονικά και ερευνητικά δικαιώματα από την πληθώρα ερευνητικών και επιστημονικών εφαρμογών και πόρων που διαθέτει ο Ευρωπαϊκός Διαστημικός Οργανισμός (ESA) στον οποίο συμμετέχουμε με χρηματοδότηση.
Όσον αφορά την ανάπτυξη ευρυζωνικών δικτύων νέας γενιάς, δυστυχώς και εδώ βρισκόμαστε πολύ πίσω. Τα παρακάτω στοιχεία είναι ενδεικτικά, για να αντιληφθούμε τη σημασία των νέων δικτύων για την εθνική οικονομία.
Για κάθε 10% αύξηση της διείσδυσης της ευρυζωνικότητας σε μια χώρα δημιουργείται αύξηση του Α.Ε.Π. κατά 1%. Για κάθε διπλασιασμό της ταχύτητας της ευρυζωνικότητας παρατηρείτε αύξηση του Α.Ε.Π. κατά 0,3% ενώ για κάθε 1000 νέες ευρυζωνικές συνδέσεις δημιουργούνται 80 νέες θέσεις εργασίας ενώ αυτή τη στιγμή που μιλάμε ο κλάδος συνεισφέρει στο ΑΕΠ της χώρας με 4%.
Το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, ψήφισε στη Βουλή με ευρεία συναίνεση το νομοσχέδιο για τη μείωση του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ανοίγοντας τον δρόμο για επενδύσεις με τελικό στόχο τα δίκτυα να φτάσουν εκεί που δεν θα πήγαιναν ποτέ με βάση την εμπορική σκοπιμότητα. Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι ο τομέας των νέων τεχνολογιών μπορεί να βοηθήσει να υπερβούμε και διαχωριστικές γραμμές και να μειώσουμε τις ανισότητες.
Για να μπορέσουμε όμως να απαντήσουμε στις προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος, χρειάζεται να εντείνουμε την προσπάθεια μας σε πεδία όπου έως σήμερα ήταν ανεκμετάλλευτα. Η προσπάθεια αυτή δεν θα τελεσφορήσει εάν γίνει ερήμην της κοινωνίας. Νιώθω την ανάγκη, ως μέλος της γενιάς των νέων επιστημόνων αλλά και ως βουλευτής, να απευθύνω ανοιχτό κάλεσμα σε όλη την ερευνητική και επιχειρηματική και συνεργατική κοινότητα των νέων επιστημόνων να συμβάλλουν με ιδέες και προτάσεις το κυβερνητικό έργο, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, για το τι πρέπει να κάνουμε στους κλάδους που δραστηριοποιούνται και κατέχουν καλύτερα από τον καθένα, ώστε να μείνουν και να δημιουργήσουν στη χώρα, ώστε να ατενίσουμε ξανά το μέλλον με αισιοδοξία.